Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Ομοφυλοφιλική αιτούντες άσυλο μπορεί να αποτελέσει μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που μπορεί να διωχθεί λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού
Σε αυτό το πλαίσιο, η ύπαρξη ποινής φυλάκισης στη χώρα προέλευσης που επιβάλλει κυρώσεις σε ομοφυλόφιλες πράξεις μπορεί να συνιστά πράξη δίωξης καθεαυτή, υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται πραγματικά.
Σύμφωνα με μια ευρωπαϊκή οδηγία1, που αναφέρεται στις διατάξεις της Σύμβασης της Γενεύης2, κάθε πρόσωπο που, λόγω του βάσιμου φόβου του να διωχθεί για λόγους φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, συμμετοχής σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή πολιτική γνώμη, είναι εκτός της χώρας της εθνικότητάς του και δεν είναι σε θέση ή, λόγω αυτού του φόβου, δεν είναι πρόθυμος να κάνει χρήση της προστασίας της χώρας που μπορεί να διεκδικήσει το καθεστώς του πρόσφυγα. Στο πλαίσιο αυτό, οι πράξεις δίωξης πρέπει να είναι αρκετά σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους, ώστε να αποτελούν σοβαρή παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι Χ, Υ και Ζ είναι υπήκοοι της Σιέρα Λεόνε, της Ουγκάντα και της Σενεγάλης αντίστοιχα. Αναζητούν το καθεστώς του πρόσφυγα στις Κάτω Χώρες, ισχυριζόμενοι ότι έχουν βάσιμο φόβο να διωχθούν στις χώρες καταγωγής τους λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού. Οι ομοφυλοφιλικές πράξεις αποτελούν ποινικό αδίκημα σε αυτές τις τρεις χώρες και μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρή τιμωρία, από βαριά πρόστιμα έως ισόβια κάθειρξη σε ορισμένες περιπτώσεις.
Το Ολλανδικό Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας, Κάτω Χώρες), το οποίο εξετάζει τις υποθέσεις σε οριστικό βαθμό, ζήτησε από το Δικαστήριο την εκτίμηση των αιτήσεων για το καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας. Το εθνικό δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο εάν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που είναι ομοφυλόφιλοι μπορούν να θεωρηθούν ότι αποτελούν «συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα» κατά την έννοια της οδηγίας. Επιπλέον, επιθυμεί να μάθει πώς οι εθνικές αρχές πρέπει να εκτιμήσουν τι συνιστά πράξη δίωξης εναντίον ομοφυλοφιλικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο αυτό και αν η ποινικοποίηση αυτών των δραστηριοτήτων στη χώρα καταγωγής του αιτούντος, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε φυλάκιση, ισοδυναμεί με δίωξη.
Στην απόφασή του σήμερα, το Δικαστήριο θεωρεί, καταρχάς, ότι δεν αμφισβητείται ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός ενός ατόμου είναι ένα χαρακτηριστικό τόσο θεμελιώδες για την ταυτότητά του που δεν πρέπει να υποχρεωθεί να το παραιτηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η ύπαρξη ποινικών νόμων που στοχεύουν συγκεκριμένα στους ομοφυλόφιλους υποστηρίζει τη διαπίστωση ότι τα πρόσωπα αυτά αποτελούν μια ξεχωριστή ομάδα η οποία θεωρείται από τη γύρω κοινωνία ως διαφορετική.
Ωστόσο, για μια παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων να αποτελεί δίωξη κατά την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης, πρέπει να είναι αρκετά σοβαρή. Επομένως, δεν θα φτάσουν αναγκαστικά σε αυτό το επίπεδο σοβαρότητας όλες οι παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων ενός ομοφυλόφιλου αιτούντος άσυλο. Στο πλαίσιο αυτό, η απλή ύπαρξη νομοθεσίας που ποινικοποιεί τις ομοφυλοφιλικές πράξεις δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη που επηρεάζει τον προσφεύγοντα κατά τρόπο τόσο σημαντικό που φθάνει στο επίπεδο σοβαρότητας που απαιτείται για να διαπιστωθεί ότι συνιστά δίωξη κατά την έννοια της οδηγίας. Ωστόσο, μια ποινή φυλάκισης που συνοδεύει μια νομοθετική διάταξη που τιμωρεί τις ομοφυλοφιλικές πράξεις μπορεί να συνιστά πράξη δίωξης καθεαυτή, υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται πραγματικά.
Υπό τις συνθήκες αυτές, όταν ο αιτών άσυλο βασίζεται στην ύπαρξη στη χώρα καταγωγής του νομοθεσίας που ποινικοποιεί τις ομοφυλοφιλικές πράξεις, εναπόκειται στις εθνικές αρχές να εξετάσουν όλα τα σχετικά γεγονότα σχετικά με τη χώρα καταγωγής, συμπεριλαμβανομένων των νόμων και των κανονισμών της και τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται. Κατά τη διενέργεια αυτής της εξέτασης, οι αρχές αυτές πρέπει να καθορίσουν, ιδίως, εάν, στη χώρα καταγωγής του αιτούντος, εφαρμόζεται στην πράξη η διάρκεια φυλάκισης που προβλέπεται από τη νομοθεσία αυτή.
Όσον αφορά το κατά πόσον είναι λογικό να αναμένεται ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η δίωξη, ένας αιτών άσυλο θα πρέπει να κρύψει την ομοφυλοφιλία του στη χώρα καταγωγής του ή να ασκήσει περιορισμό στην έκφρασή του, το Δικαστήριο απαντά ότι δεν είναι. Το Δικαστήριο θεωρεί ότι η απαίτηση από μέλη μιας κοινωνικής ομάδας που μοιράζεται τον ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό να αποκρύψει αυτό είναι ασυμβίβαστη με την αναγνώριση ενός χαρακτηριστικού τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ενός ατόμου, ώστε οι ενδιαφερόμενοι δεν μπορούν να υποχρεωθούν να το παραιτηθούν. Επομένως, δεν μπορεί να αναμένεται από τον αιτούντα άσυλο να αποκρύψει την ομοφυλοφιλία του στη χώρα καταγωγής του, προκειμένου να αποφύγει τη δίωξη.
Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής απόφασης επιτρέπει στα δικαστήρια των κρατών μελών, σε διαφορές που έχουν ασκηθεί ενώπιον τους, να υποβάλουν ερωτήσεις στο Δικαστήριο σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή την εγκυρότητα μιας πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφασίζει το ίδιο τη διαφορά. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκδικάσει την υπόθεση σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία είναι επίσης δεσμευτική για άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον του οποίου τίθεται παρόμοιο ζήτημα.
Η πλήρες κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στον ιστότοπο CURIA την ημέρα της παράδοσης.
Μοιραστείτε αυτό το άρθρο:
-
Συνέδρια3 μέρες πριν
Το on-off συνέδριο του NatCon σταμάτησε από την αστυνομία των Βρυξελλών
-
Μάζα επιτήρησης4 μέρες πριν
Διαρροή: Οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ θέλουν να εξαιρεθούν από τη μαζική σάρωση προσωπικών μηνυμάτων στον έλεγχο συνομιλιών
-
Συνέδρια4 μέρες πριν
Το συνέδριο NatCon θα πραγματοποιηθεί σε νέο χώρο στις Βρυξέλλες
-
Ισραήλ5 μέρες πριν
Οι ηγέτες της ΕΕ καταδικάζουν την «άνευ προηγουμένου» επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ